Prothonotary - ορισμός. Τι είναι το Prothonotary
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Prothonotary - ορισμός

HISTORICAL PROFESSION
Protonotary; Protonotarios; Protonotarii; Prothonotary in Pennsylvania

Prothonotary         
·noun ·Alt. of Protonotary.
prothonotary         
[?pr????'n??t(?)ri, pr?'??n?-]
¦ noun variant spelling of protonotary.
Protonotary         
·noun A chief notary or clerk.
II. Protonotary ·noun ·same·as Prothonotary.
III. Protonotary ·noun The chief secretary of the patriarch of Constantinople.
IV. Protonotary ·noun A register or chief clerk of a court in certain States of the United States.
V. Protonotary ·noun Formerly, a chief clerk in the Court of King's Bench and in the Court of Common Pleas, now superseded by the master.
VI. Protonotary ·noun Formerly, one who had the charge of writing the acts of the martyrs, and the circumstances of their death; now, one of twelve persons, constituting a college in the Roman Curia, whose office is to register pontifical acts and to make and preserve the official record of beatifications.

Βικιπαίδεια

Prothonotary

The word prothonotary is recorded in English since 1447, as "principal clerk of a court," from L.L. prothonotarius (c. 400), from Greek protonotarios "first scribe," originally the chief of the college of recorders of the court of the Byzantine Empire, from Greek πρῶτος protos "first" + Latin notarius ("notary"); the -h- appeared in Medieval Latin. The title was awarded to certain high-ranking notaries.